Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Βεβαιώθηκε το τέλος επιτηδεύματος του 2013 για επιχειρήσεις και επαγγελματίες


 Ολοκληρώθηκε η διαδικασία ανάρτησης και χρέωσης του τέλους επιτηδεύματος νομικών προσώπων για την χρήση 2012, δηλαδή για το οικονομικό έτος 2013.
Tο τέλος επιτηδεύματος βεβαιώνεται στα νομικά πρόσωπα που υπέβαλαν δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το οικονομικό έτος 2013 και καταβάλλεται σε οκτώ μηνιαίες δόσεις.
Από τις δόσεις αυτές η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση και η καθεμία από τις επόμενες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα, αντίστοιχα. Σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του τέλους εντός της προθεσμίας καταβολής της πρώτης δόσης παρέχεται έκπτωση ενάμιση τοις εκατό (1,5%).
Το τέλος επιτηδεύματος ανέρχεται:
Σε 600 ευρώ για κάθε υποκατάστημα.
Σε 650 ευρώ, για τις ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Σε 800 ευρώ, για εταιρείες και λοιπά νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους ή σε πόλεις με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους.
Σε 1.000 ευρώ, για εταιρείες και λοιπά νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους.

Ο εργοδότης μπορεί να αλλάζει το ωράριο του εργαζομένου μονομερώς;

Ο εργαζόμενος, ανάμεσα στις άλλες υποχρεώσεις του προς τον εργοδότη, θα πρέπει να παρέχει τις υπηρεσίες του για ορισμένη χρονική διάρκεια, που καθορίζεται σε ημερήσια ή εβδομαδιαία βάση.
Πρόκειται για το γνωστό «ωράριο εργασίας».
Σύμφωνα με το Π.Δ. 156/1994-ΦΕΚ 102/Α/5-7-1994, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση κατά την πρόσληψη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με το άρθρο 2-Υποχρέωση ενημέρωσης, ο εργοδότης με έγγραφο πρέπει να γνωστοποιήσει στον εργαζόμενο τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν τη σύμβαση εργασίας, τα οποία είναι:
Ουσιαστικά στη γνωστοποίηση των όρων της σύμβασης θα πρέπει κατ' ελάχιστο να περιλαμβάνονται:
• Τα στοιχεία ταυτότητας των συμβαλλόμενων.
• O τόπος παροχής της εργασίας η έδρα της επιχείρησης ή η διεύθυνση κατοικίας του εργοδότη.
• H θέση ή η ειδικότητά του εργαζόμενου, αλλά και το αντικείμενο εργασίας του.
• H ημερομηνία έναρξης της σύμβασης και η διάρκειά της, αν πρόκειται για σύμβαση ορισμένου χρόνου
• H διάρκεια της άδειας με αποδοχές που δικαιούται ο εργαζόμενος καθώς και ο τρόπος και ο χρόνος χορήγησής της.
• Το ύψος της αποζημίωσης που οφείλεται και οι προθεσμίες που πρέπει να τηρούνται σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας με καταγγελία.
• Οι αποδοχές του εργαζόμενου και κάθε πότε θα καταβάλλονται.
• Η διάρκεια της κανονικής ημερήσιας και εβδομαδιαίας απασχόλησης του εργαζόμενου.
• Η συλλογική σύμβαση, που εφαρμόζεται και καθορίζει τους ελάχιστους όρους αμοιβής και εργασίας του εργαζόμενου.
Δεν είναι υποχρεωτικό, λοιπόν, να αναγράφεται στη γνωστοποίηση των όρων σύμβασης με λεπτομέρεια το ωράριο του εργαζόμενου. Μπορεί π.χ. να αναγράφεται η διάρκεια της παρεχόμενης εργασίας σε ημερήσια βάση π.χ. επί οκτάωρο ή σε εβδομαδιαία βάση π.χ. για 40 ώρες, τηρουμένης της εργατικής νομοθεσίας και της συμφωνίας, αν πρόκειται για πλήρη ή μερική απασχόληση.
Έτσι, αν στη σύμβαση εργασίας δεν αναφέρεται επακριβώς το ωράριο απασχόλησης, ο εργοδότης μπορεί να το τροποποιήσει μονομερώς, κάνοντας την απαραίτητη γνωστοποίηση στο σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ».
Ανεξάρτητα από την αναγραφή με ακρίβεια του ωραρίου εργασίας στη σύμβαση εργασίας, ο εργοδότης ,βάσει του διευθυντικού του δικαιώματος (άρθρο 652 Α.Κ.), μπορεί να ρυθμίζει μονομερώς, τον τόπο, τον χρόνο, και το είδος της παρεχόμενης εργασίας. Όταν πρόκειται για κάποια μεταβολή, μπορεί να την κάνει, αρκεί αυτή να μην συνεπάγεται βλαπτική μεταβολή στον μισθωτό.
Άλλωστε, στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη ανάγεται και ο καθορισμός του προγράμματος εργασίας των εργαζομένων, όπως η έναρξη και η λήξη της εργασίας της επιχείρησης και ο προγραμματισμός σε βάρδιες, ο καθορισμός του ωραρίου σε συνεχές ή διακεκομμένο, με τον περιορισμό πάντα να γίνεται μέσα στα νόμιμα πλαίσια του ωραρίου εργασίας.
Συγκεκριμένα ο εργοδότης έχει δικαίωμα μονομερώς να προχωρήσει σε αλλαγή του ωραρίου εργασίας εκτός αν προσκρούει σε διάταξη νόμου, σε όρο της ατομικής σύμβασης εργασίας ή αν η σύμβαση δεν αναφέρει μεν συγκεκριμένο ωράριο, αλλά αναφέρει ότι ο εργοδότης δεν έχει το δικαίωμα να μεταβάλει το σύνηθες ωράριο του εργαζομένου( Απόφαση Α.Π. 898/1977). Για να μεταβάλει, όμως, ο εργοδότης το ωράριο μονομερώς θα πρέπει αυτό να γίνει καλόπιστα και για την εξυπηρέτηση των αναγκών της επιχείρησης(Απόφαση Α.Π. 266/1990).
Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη, όμως δεν είναι ανεξέλεγκτο, γιατί ακόμα κι αν το ωράριο δεν καθορίζεται από τη σύμβαση ή ακόμα και τον Κανονισμό Εργασίας της επιχείρησης– άρα δεν περιορίζεται- ελέγχεται από τα δικαστήρια και θα πρέπει να ασκείται στα πλαίσια της καλής πίστης και να μην κρίνεται ως καταχρηστικό.
Ο εργοδότης, λοιπόν, όταν αποφασίζει να κάνει χρήση του διευθυντικού δικαιώματος και να τροποποιήσει το ωράριο, οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις οικογενειακές και ατομικές ανάγκες των εργαζομένων, ακόμα και οποιαδήποτε βλαπτική μεταβολή επί του μισθού, που μπορεί να προκληθεί από την τροποποίηση. Τα όρια, που καθορίζουν την υπέρβαση και κατάρχηση του δικαιώματος αυτού είναι λεπτά και όπως αναφέρθηκε τα δικαστήρια αποφασίζουν αν πρόκειται για μονομερή βλαπτική μεταβολή της συμβάσεως εργασίας του μισθωτού, οπότε αυτός δικαιούται, να μην την αποδεχθεί.
Στην νομολογία καταγράφονται αποφάσεις δικαστηρίων όπου η αλλαγή ωραρίου του εργαζόμενου δε συνιστά βλαπτική μεταβολή. Παραθέτουμε την Απόφαση 1212/2006 του Αρείου Πάγου, που αφορούσε την αλλαγή του ωραρίου και συγκεκριμένα της βάρδιας και οφειλόταν σε περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης.
.... «Επειδή, από το συνδυασμό των άρθρων 648, 652, 656 και 349 - 351 Α.Κ., και του Ν. 2112/1920 και 5 παρ. 3 Ν. 3198/1955 προκύπτει ότι στον εργοδότη ανήκει το δικαίωμα να εξειδικεύει τις υποχρεώσεις του μισθωτού και ειδικότερα να καθορίζει το είδος, τον τόπο, το χρόνο και τις άλλες συνθήκες παροχής της εργασίας του μισθωτού για την αρτιότερη οικονομοτεχνική οργάνωση της επιχειρήσεως προς επίτευξη των σκοπών της.
Έχει, δηλονότι, ο εργοδότης, ως διευθυντής της εκμετάλλευσης την εξουσία να οργανώνει και να διευθύνει την επιχείρησή του με βάση τα κρινόμενα από αυτόν ως πλέον αποτελεσματικά κριτήρια.
Δεν επιτρέπεται όμως κατά την ενάσκηση του διευθυντικού αυτού δικαιώματος να προκαλείται υλική ή ηθική βλάβη στο μισθωτό κατά παράβαση διατάξεως νόμου ή της ατομικής συμβάσεως εργασίας ή κατά καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος υπό την έννοια του άρθρου 281 Α.Κ., δηλ. κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος.
Στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, που παρέχει στο μισθωτό, αν δεν αποδέχεται τη μεταβολή, το δικαίωμα είτε να τη θεωρήσει ως άτακτη καταγγελία της συμβάσεως και να αξιώσει τη νόμιμη αποζημίωση είτε, εμμένοντας στη σύμβαση, να απαιτήσει από τον εργοδότη να αποδέχεται την προσφερόμενη εργασία υπό τους πριν από τη μεταβολή όρους, καθιστώντας αυτόν διαφορετικά υπερήμερο περί την αποδοχή της εργασίας αυτής.
Μόνο το γεγονός της παροχής επί σειρά ετών της εργασίας σε ορισμένο ωράριο ή βάρδια, δεν σημαίνει, χωρίς άλλο, και ότι δημιουργήθηκε σιωπηρά συμβατικός όρος για την απασχόληση του εργαζομένου μόνο στο ωράριο αυτό ή στη συγκεκριμένη βάρδια, ώστε η αλλαγή του ωραρίου ή της βάρδιας, που γίνεται από τον εργοδότη στα πλαίσια του διευθυντικού του δικαιώματος, να συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή. Για να συμβεί τούτο απαιτείται να συντρέχουν και άλλα πραγματικά περιστατικά από τα οποία να συνάγεται σαφώς η βούληση του εργοδότη να διατηρήσει αμετάβλητο αυτό το ωράριο εργασίας ή αυτή την βάρδια του μισθωτού.
Με την κρίση του αυτή το Εφετείο παραβίασε εκ πλαγίου τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 648, 652, 656, 281 και 349 - 351 Α.Κ., και του Ν. 2112/1920 και 5 παρ. 3 Ν. 3198/1955.
Αφού δεν εκθέτει περιστατικά από τα οποία να συνάγεται σαφώς η βούληση του εργοδότη να διατηρήσει αμετάβλητη την τοποθέτηση του εργαζόμενου στην τελευταία βάρδια, οπότε θα ήταν υποχρεωμένη να διατηρήσει και αυτή (βάρδια), ματαιώνοντας την αναδιάρθρωση της επιχειρήσεώς του, ακόμη και αν αυτή επιβαλλόταν από την ανάγκη προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς, για λόγους καθαρά οικονομικοτεχνικούς.
Αγάπη Καβάλου
Αρχισυντάκτης Oenet.gr

Ασάφεια στην εγκύκλιο για την παράταση των 100 δόσεων

Μίνι-σύγχυση έχει προκαλέσει στις αρμόδιες ΔΟΥ η διατύπωση της ΠΟΛ 1110/26-05-15  του υπουργείου Οικονομικών για την παράταση της ρύθμισης των 100 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο μέχρι τις 26 Ιουνίου.

Συγκεκριμένα, η ΠΟΛ αναφέρεται σε παράταση της προθεσμίας υποβολής αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση των άρθρων 1 και 15 του Ν. 4321/2015.

Όπως είναι διατυπωμένη η ΠΟΛ, προκύπτει ότι τα μόνα άρθρα των οποίων η ισχύς παρατείνεται είναι το άρθρο 1 που ορίζει τις δόσεις και τις απαλλαγές της ρύθμισης και το άρθρο 15 που ορίζει την εφάπαξ εξόφληση μέρους της οφειλής με αντίστοιχη  έκπτωση των προσαυξήσεων.

Εάν δηλαδή ερμηνευτεί κατά γράμμα η ΠΟΛ δεν παρατείνονται τα υπόλοιπα άρθρα της ρύθμισης όπως, για παράδειγμα, οι διατάξεις για τις μη βεβαιωμένες οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση ή αυτές για τις οφειλές που τελούν σε αναστολή ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση.

Αυτό έχει προκαλέσει ερωτηματικά σε ορισμένα στελέχη των ΔΟΥ τα οποία επικοινωνούν με το υπουργείο Οικονομικών για να λάβουν οδηγίες σχετικά με το τι ακριβώς ισχύει.

Σύμφωνα, πάντως, με άτυπη ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών, η παράταση αφορά το σύνολο του νόμου και όχι μόνο τα άρθρα 1 και 15.

Ήταν τόσο δύσκολο η εγκύκλιος να αναφέρει σαφώς ότι δίνεται παράταση της προθεσμίας υποβολής αίτησης για υπαγωγή στη «ρύθμιση των άρθρων 1 έως 15 του Ν. 4321/2015» ή  ακόμα πιο απλά στις «ρυθμίσεις των άρθρων του Ν.4321/2015»

Σε κάθε περίπτωση, είναι αυτονόητο (ή θα έπρεπε να είναι) ότι οι εγκύκλιοι του υπουργείου πρέπει να διακρίνονται από σαφήνεια, χωρίς να αφήνουν περιθώρια για συγχύσεις, παρερμηνείες και υποκειμενικές εξηγήσεις, σπαταλώντας έτσι άσκοπα τον χρόνο όλων των εμπλεκομένων.

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Φορολογική δήλωση 2015: Μπαράζ λαθών σε προσυμπληρωμένους κωδικούς

Μετ' εμποδίων συνεχίζεται η προσπάθεια λογιστών και φορολογουμένων να υποβάλλουν τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.

Τα λάθη στα προσυμπληρωμένα κουτάκια της δήλωσης αποτελούν εστία ταλαιπωρίας τόσο για τους φορολογούμενους, όσο και για τους λογιστές και τους εργαζόμενους στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης οι οποίοι καλούνται καθημερινά να διευθετήσουν προβλήματα: από μπερδεμένα ΑΦΜ μεταξύ συζύγων έως τις υποδιαστολές στα δεκαδικά ψηφία των συντάξεων που μετατρέπουν τα εκατοντάδες ευρώ σε... χιλιάδες.

Σε κάποιες περιπτώσεις προλαβαίνουν, σε άλλες έρχονται να παρέμβουν κατόπιν εορτής με τους λογιστές να βρίσκονται ήδη στα... κάγκελα.

Σύμφωνα με πληροφορίες, τις προηγούμενες ημέρες σε δεκάδες χιλιάδες συνταξιούχους του ΙΚΑ, στη σχετική βεβαίωση, είχαν μπερδευτεί οι ΑΦΜ των συζύγων. Το πρόβλημα διορθώθηκε από τους εργαζόμενους της ΔΗΛΕΔ.

Το ίδιο συνέβη και με το πρόβλημα που εμφανίστηκε στις βεβαιώσεις συντάξεων του ΟΓΑ. Λάθος χρήση της υποδιαστολής στα δεκαδικά ψηφία των συντάξεων που χορηγήθηκαν από τον ΟΓΑ, μετέτρεπε τα εκατοντάδες ευρώ σε χιλιάδες, στέλνοντας... αδιάβαστους λογιστές και φορολογούμενους.

Οι δόσεις των δανείων


Πολλαπλάσια προβλήματα όμως καταγράφονται στο εγχείρημα της ΓΓΔΕ να προσυμπληρωθούν φέτος τα κουτάκια με τις δόσεις των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων οι οποίες κατεβλήθησαν πέρυσι από τους φορολογούμενους. Σε αρκετές περιπτώσεις, τα στοιχεία τα οποία εστάλησαν από τις τράπεζες ήτανεξόφθαλμα λάθος και γι' αυτό έχει καθυστερήσει η ανάρτησή τους. Σύμφωνα με πληροφορίες πάντως, τα στοιχεία αναμένεται να συμπληρωθούν σήμερα.

Μ' αυτά και μ' αυτά αλλά και με φόντο τη συνήθεια των Ελλήνων να τρέχουν όλοι την τελευταία στιγμή, οι δηλώσεις οι οποίες έχουν υποβληθεί μέχρι σήμερα ίσα που ξεπερνούν τις 120.000 σε σύνολο 5,5 εκατομμυρίων υπόχρεων.

Η προθεσμία εκπνέει στις 30 Ιουνίου και από Ιούλιο θα πρέπει να αρχίσουν να πληρώνονται οι δόσεις. Λογιστές και φορείς ήδη έχουν αρχίσει να ζητούν παράταση της προθεσμίας.

Με ανακοίνωσή του το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας θεωρεί απαραίτητη τη μετάθεση της καταληκτικής ημερομηνίας για χρονικό διάστημα που σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις θα έπρεπε να είναι ανοικτό το σύστημα (από το Φεβρουάριο, ενώ άνοιξε στις 15 Μαϊου), προκειμένου να διορθωθούν τα λάθη του συστήματος και να ανταποκριθούν εμπρόθεσμα οι φορολογούμενοι και οι λογιστές φοροτεχνικοί στις φορολογικές τους υποχρεώσεις.

euro2day.gr

Διπλάσιος ο φόρος από το εισόδημα!

Δεν είναι μόνο οι κάτοικοι εξωτερικού που εξοντώνονται φορολογικά επειδή εισέπραξαν μερικά λεπτά του ευρώ σε τόκους. Στην ίδια θέση έρχονται, σύμφωνα με την ερμηνεία των διατάξεων του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος από έμπειρους υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, και Έλληνες φορολογούμενοι.

Η επιβάρυνση προκύπτει επειδή η χρέωση τεκμαρτού εισοδήματος δεν απενεργοποιείται όταν ο φορολογούμενος εισπράττει κάποιο ποσό από τόκους ή εισόδημα ακινήτων αλλά διαθέτει παράλληλα και περιουσιακά στοιχεία στα οποία υπολογίζεται τεκμήριο διαβίωσης, όπως είναι μια κατοικία ή ένα ΙΧ αυτοκίνητο.

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Προκειμένου να μην προκύψουν παράλογες χρεώσεις φόρου εισοδήματος για όσους έχουν ελάχιστον πραγματικό εισόδημα από τόκους καταθέσεων ή ενοίκια, τα υπουργείο Οικονομικών πέρασε διάταξη στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που προβλέπει ότι στην παραπάνω περίπτωση δεν ενεργοποιείται η αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης. Δεν προβλέφθηκε όμως να μην ενεργοποιούνται τα τεκμήρια όταν ο φορολογούμενος έχει στην κατοχή του ένα ακίνητο, ένα ΙΧ ή κάποιο άλλο περιουσιακό στοιχείο. Έτσι, για πενιχρά πραγματικά εισοδήματα προκύπτουν επιβαρύνσεις.

Μάλιστα το τεκμαρτό εισόδημα που προκύπτει φορολογείται σαν να είναι εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή με συντελεστή 26% και προκαταβολή φόρου 55%.

Παράδειγμα

Ένας φορολογούμενος εισέπραξε το 2014 από τόκους 1 ευρώ καθώς και 1.200 ευρώ από ενοίκια κατοικίας.  Ο ίδιος διαθέτει ένα ΙΧ και διαμένει σε ιδιόκτητη κατοικία από τα οποία προκύπτει τεκμαρτό εισόδημα ύψους 4.000 ευρώ. Επειδή ενεργοποιούνται τα τεκμήρια χρεώνεται και την ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης των 3.000 ευρώ. ‘Ετσι, ο φορολογούμενος:

-έχει πραγματικό εισόδημα 1 ευρώ από τόκους το οποίο έχει ήδη φορολογηθεί αυτοτελώς με 15% και κατά την εκκαθάριση της δήλωσής του δεν προκύπτει φόρος εισοδήματος.

-έχει πραγματικό εισόδημα από ενοίκια 1.200 ευρώ το οποίο φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή 11%, δηλαδή προκύπτει φόρος 132 ευρώ.

-έχει συνολικό τεκμαρτό εισόδημα 7.000 ευρώ (3.000 ελάχιστη δαπάνη διαβίωσης και 4.000 λόγω του ΙΧ και της κατοικίας του). Όμως επειδή έχει δηλώσει 1.201 ευρώ πραγματικό εισόδημα θα φορολογηθεί για τη διαφορά μεταξύ του τεκμαρτού και του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή για 5.799 ευρώ (7.000 μείον 1.201 ευρώ). Ο φόρος σε αυτήν την «πηγή» εισοδήματος θα φορολογηθεί με τον συντελεστή της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Δηλαδή με 26% και προκαταβολή φόρου 55%. Ο φόρος που αναλογεί είναι 2.337 ευρώ.

‘Ετσι, ο συνολικός φόρος που θα βεβαιωθεί στον φορολογούμενο του παραπάνω παραδείγματος είναι 2.469 ευρώ για πραγματικό εισόδημα μόλις 1.201 ευρώ! Δηλαδή ο φόρος είναι διπλάσιος σε σχέση με το πραγματικό εισόδημα του φορολογούμενου. Αν αυτό δεν είναι φορολογικός παραλογισμός τότε τι άλλο μπορεί να είναι;

Capital.gr

Χάος έχει προκαλέσει στα δικαστήρια ο κυκεώνας των φορολογικών ρυθμίσεων

Σε αυτόν τον νομοθετικό ωκεανό, όπου δύσκολα κινούνται ακόμα και οι εξειδικευμένοι δικαστές, οι αρμόδιοι υπάλληλοι των εφοριών και των εισπρακτικών μηχανισμών βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Πολλές φορές αδυνατούν να ερμηνεύσουν σωστά την περίπλοκη νομοθεσία, να εφαρμόσουν σωστά τον νόμο. Απότοκος συνέπεια η αύξηση φορολογικών διαφορών που φθάνουν στα Διοικητικά Δικαστήρια, που ήδη βαρύνονται με 356.000 αδίκαστες υποθέσεις, εκ των οποίων 67.000 με φορολογικό αντικείμενο. Και αυτά μόνον για τα Διοικητικά Πρωτοδικεία.

Σε αυτόν τον νομοθετικό ωκεανό, όπου δύσκολα κινούνται ακόμα και οι εξειδικευμένοι δικαστές, οι αρμόδιοι υπάλληλοι των εφοριών και των εισπρακτικών μηχανισμών βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Πολλές φορές αδυνατούν να ερμηνεύσουν σωστά την περίπλοκη νομοθεσία, να εφαρμόσουν σωστά τον νόμο. Απότοκος συνέπεια η αύξηση φορολογικών διαφορών που φθάνουν στα Διοικητικά Δικαστήρια, που ήδη βαρύνονται με 356.000 αδίκαστες υποθέσεις, εκ των οποίων 67.000 με φορολογικό αντικείμενο. Και αυτά μόνον για τα Διοικητικά Πρωτοδικεία. 

Ακόμα και οι δικαστές για τους οποίους πρωτίστως άγνοια νόμου δεν χωρεί, δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα με την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, καθώς οι απανωτές τροποποιήσεις που γίνονται συχνά- πυκνά έχουν δημιουργήσει κυκεώνα φορολογικών ρυθμίσεων που δεν έχει τέλος. Οι αλλεπάλληλοι φορολογικοί νόμοι που παράγονται από το νομοθετικό σώμα κάθε λίγο και λιγάκι, οι τροποποιήσεις τους, οι υπουργικές αποφάσεις που έρχονται για να συγκεκριμενοποιήσουν φορολογικά μέτρα και οι πρακτικές των εισπρακτικών μηχανισμών έχουν προκαλέσει πραγματικό χάος. Οι φορολογούμενοι πολίτες, οι ειδικοί σε θέματα φορολογίας, αλλά και οι δικαστές των διοικητικών δικαστηρίων που καλούνται να βγάλουν άκρη για σωρεία φορολογικών υποθέσεων βρίσκονται στη δίνη των αλλεπάλληλων νομοθετικών αλλαγών.

Μοναδική περίπτωση

Η χώρα μας, εκτιμούν οι ειδικοί σε θέματα φορολογίας, ίσως είναι μοναδική περίπτωση σε όλη την Ευρώπη, όπου οι φορολογικοί νόμοι αλλάζουν όπως τα πουκάμισα και ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι γνωρίζει επακριβώς τι ισχύει. Την κατάσταση νομοθετικής τρέλας σε φορολογικά και συναφή θέματα που επιτείνει το κομφούζιο, δημιουργώντας τις πλέον κατάλληλες συνθήκες για αυθαιρεσίες και παρανομίες, περιέγραψε μοναδικά η πρόεδρος εφετών των Διοικητικών Δικαστηρίων Μαρία Γιανναδάκη, μιλώντας φέτος στη γενική συνέλευση των διοικητικών δικαστών.

Με τα Διοικητικά Δικαστήρια να πνίγονται από τον όγκο χιλιάδων αδίκαστων υποθέσεων, παρά τις προσπάθειες των τελευταίων ετών, οι εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις, εκδικάζονται και υπό το βάρος των αλλεπάλληλων φορολογικών μεταβολών. Η φρενίτιδα των αλλαγών αποτυπώνεται από τα στατιστικά δεδομένα των τελευταίων μηνών. Όπως προκύπτει από τις έρευνες των διοικητικών δικαστών μέσα σε 30 μήνες, ώς το τέλος του 2014, ψηφίστηκαν 6 αμιγώς φορολογικά νομοσχέδια που είναι πλέον νόμοι του κράτους, με συνολικά 177 διατάξεις περί φορολογικών θεμάτων. Παράλληλα, άλλοι 17 νόμοι περιέλαβαν φορολογικές ρυθμίσεις προσθέτοντας στον απίστευτο όγκο της φορολογικής νομοθεσίας άλλες 71 φορολογικές διατάξεις. Και ως να μην έφθαναν αυτά, εκδόθηκαν και 111 υπουργικές αποφάσεις για φορολογικά θέματα και άλλες 138 διευκρινιστικές εγκύκλιοι.

Αν, όμως, μόνον η παράθεση των αριθμών των φορολογικών νόμων, των εγκυκλίων και των υπουργικών αποφάσεων των τελευταίων μηνών προκαλεί σύγχυση ακόμα και στους ειδικούς, ζαλίζεται κανείς αν ανατρέξει στο σύνολο των φορολογικών νόμων που έχουν παραχθεί τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για πλημμυρίδα.

Από το 1975 έως και σήμερα, συνολικά έχουν ψηφιστεί 3.450 νόμοι με φορολογικές διατάξεις και 250 αμιγώς φορολογικά νομοθετήματα. Οι υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν για να υλοποιηθούν ή να διευκρινιστούν οι νόμοι αυτοί ξεπερνούν τις 11.000! Οι εγκύκλιοι από το υπουργείο Οικονομικών δεν μπορούν να μετρηθούν διότι είναι κάποιες χιλιάδες. Και όλα αυτά, για να μη διαθέτουμε ως χώρα φορολογικό σύστημα και φορολογική νομοθεσία που να είναι ξεκάθαρη και σταθερή. Η πρόεδρος των Διοικητικών Δικαστηρίων Μαρία Γιανναδάκη, που έχει ασχοληθεί με τα μείζονος σημασίας θέματα της απίστευτης πολυνομίας σε θέματα φορολογίας, διερωτάται με νόημα «πώς είναι δυνατόν να γνωρίζει κανείς έναν νόμο του οποίου το κείμενο έχει υποστεί αλλεπάλληλες αντικαταστάσεις, τροποποιήσεις, συμπληρώσεις, σε παραγράφους, εδάφια, περιπτώσεις, υποπεριπτώσεις, εξαιρέσεις αλλά και με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων όπως αυτές που έχουν προστεθεί, τροποποιηθεί και συμπληρωθεί;».

Δυσχερής θέση

 Σε αυτόν τον νομοθετικό ωκεανό, που δύσκολα κινούνται ακόμα και οι εξειδικευμένοι δικαστές, οι αρμόδιοι υπάλληλοι των εφοριών και των εισπρακτικών μηχανισμών βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Πολλές φορές αδυνατούν να ερμηνεύσουν σωστά την περίπλοκη νομοθεσία, να εφαρμόσουν σωστά τον νόμο, προσθέτοντας στην αδιαφάνεια, τη διαφθορά, την ταλαιπωρία των πολιτών και τη λήψη λανθασμένων αποφάσεων. Απότοκος συνέπεια η αύξηση φορολογικών διαφορών που φθάνουν στα Διοικητικά Δικαστήρια που ήδη βαρύνονται με 356.000 αδίκαστες υποθέσεις, εκ των οποίων 67.000 με φορολογικό αντικείμενο. Και αυτά μόνον για τα Διοικητικά Πρωτοδικεία. Το στοκ στα Εφετεία είναι άλλο: 47.000 χιλιάδες οι αδίκαστες υποθέσεις, από τις οποίες 13.000 είναι οι φορολογικές

Αλαλούμ με τις φορολογικές δηλώσεις – Τράπεζες και Ταμεία στέλνουν λάθος στοιχεία

Προβλήματα παρουσιάζονται στην υποβολή των φορολογικών δηλώσεων που σχετίζονται κυρίως με λάθη στους προσυμπληρωμένους κωδικούς.
Πρόκειται για λάθη στα στοιχεία που στέλνουν στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Ασφαλιστικά Ταμεία, επιχειρήσεις αλλά και τράπεζες.
Για παράδειγμα σε χιλιάδες βεβαιώσεις του ΙΚΑ το ΑΦΜ του συζύγου φαινόταν να είναι της συζύγου και το αντίστροφο. Επίσης, για πρώτη φορά φέτος , οι τράπεζες πρέπει να στείλουν στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης τα στοιχεία με τις δόσεις των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων. Σε πολλά από αυτά παρατηρήθηκαν λάθη με αποτέλεσμα να επαναληφθεί η διαδικασία.
Μέχρι τώρα, λόγω των καθυστερήσεων αυτών, έχουν υποβληθεί περίπου 120.000 φορολογικές δηλώσεις σε σύνολο 5,5 εκατομμυρίων που θα πρέπει να υποβληθούν κανονικά σε όλη τη διαδικασία.
Για αυτό και φορείς όπως το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος ζητούν ήδη την παράταση της προθεσμίας που λήγει στις 30 Ιουνίου.
Πηγή: iefimerida